Ἡ Ξανθούλα
του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη
 |
Μία καλοκαιρινή ημέρα του Fr. Weston Benson |
«Μ᾿ ἀρέσ᾿ ἡ θάλασσα,γιατὶ μοῦ μοιάζει, μ᾿ ἀρέσει, σ᾿ ἄκουσα νὰ λὲς
κρυφά, πότε ἀγριεύεται, βόγγει, στενάζει, καὶ πότε ὁλόχαρη παίζει
γελᾷ. Δὲν εἶν᾿ ὁλόξανθη σὰν τὰ μαλλιά μου; Δὲν εἶν᾿ ὁ κόρφος μου σὰν τὸν
ἀφρό; Μέσα στὰ μάτια μου τὰ γαλανά μου δὲν ἔχω κύματα, τάφο, οὐρανό; Μ᾿
ἀρέσ᾿ ἡ θάλασσα, γιατὶ μοῦ μοιάζει, κι ἂς ἔχῃ μέσα της κόσμο θεριά... Μὴ
στὴν καρδούλα μου μὴ δὲ φωλιάζει ἀγάπη ἀχόρταγη, σκληρὴ φωτιά;» Κ᾿ ἐγὼ
ἐχαιρόμουνα ποὺ χολιασμένη φαρμάκι μὤσταζες μὲς στὴν ψυχή, τὴ ζήλειά σου
ἔβλεπα ξαγριωμένη, στὰ χείλη σου ἔβραζε κάθε πνοή. Τότ᾿ ἐκρεμάστηκα στὴν
τραχηλιά σου τὴ φλόγα σὤσβυσα μὲ δυὸ φιλιά, τὴν ὄψι ἐβύθισα μὲς στὰ μαλλιά
σου, στὸν κόρφο σου ἔστησα κρυφὴ φωλιά. «Κῦμα μου ἀνήμερο, ψυχή μου,
φθάνει. Μὴ μ᾿ ἀγριεύεσαι,πλάγιασ᾿ ἐδῶ... Θἆμαι γιὰ σένανε γλυκὸ
λιμάνι... Τί ἀξίζει ἡ θάλασσα χωρὶς γιαλό;» |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου